Η καρδιοτοκογραφία (cardiotocography CTG – non stress test NST) χρησιμοποιείται στη διάρκεια της κύησης για καταγραφή της εμβρυικής καρδιακής λειτουργίας και των συστολών της μήτρας. Αφορά κυρίως στο τρίτο τρίμηνο της κύησης. Σκοπός της είναι να επιβεβαιώσει τη φυσιολογική εμβρυική λειτουργία και να ανιχνεύσει εγκαίρως την εμβρυική δυσχέρεια.
ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΤΟ NST
Η συσκευή ονομάζεται καρδιοτοκογράφος και περιλαμβάνει το καταγραφικό μέρος κ δύο κεφαλές που ανιχνεύουν, η μία τις συστολές της μήτρας, μετρώντας εμμέσως την ενδομήτρια πίεση και η άλλη την εμβρυική καρδιακή συχνότητα, προϊόντος του χρόνου.
ΠΩΣ ΑΞΙΟΛΟΓΕΊΤΑΙ ΕΝΑ NST
3. Βρίσκουμε τη βασική γραμμή της εμβρυικής καρδιακής λειτουργίας. Η βασική γραμμή είναι ο μέσος όρος των εμβρυικών παλμών στο λεπτό, σε ένα χρονικό διάστημα 10 λεπτών. Η φυσιολογική βασική γραμμή πρέπει να είναι μεταξύ 110-160 bpm (παλμοί / λεπτό).
Εμβρυική ταχυκαρδία
Ορίζεται όταν η βασική γραμμή υπερβαίνει τους 160 bpm.
Τα αίτια μπορεί να είναι :
Η εμβρυική βραδυκαρδία ορίζεται όταν η βασική καρδιακή συχνότητα είναι μικρότερη από 100 παλμούς το λεπτό για περισσότερο από 3 λεπτά, ενώ όταν η βασική καρδιακή συχνότητα είναι κάτω από 80 παλμούς το λεπτό για περισσότερο από 3 λεπτά, τότε μιλάμε για σοβαρή εμβρυική βραδυκαρδία που υποδηλώνει σοβαρή εμβρυική υποξία.
Βασικές γραμμές μεταξύ 100-120 bpm είναι συχνές στις παρατασιακές κυήσεις και στις ανώμαλες προβολές.
4. Μεταβλητότητα
Η μεταβλητότητα της βασικής γραμμής της εμβρυικής καρδιακής λειτουργίας είναι πολύ καλός δείκτης της υγείας του εμβρύου τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, καθώς δείχνει την ικανότητα του νευρολογικού του συστήματος να προσαρμόζεται στις αλλαγές του περιβάλλοντος.
Φυσιολογική μεταβλητότητα θεωρείται μια διακύμανση από 5-25 παλμούς το λεπτό.
Παθολογική μεταβλητότητα όταν είναι μικρότερη από 5 bpm για περισσότερο από 50 λεπτά ή μεγαλύτερη από 25 bpm για περισσότερα από 25 λεπτά.
Ημιτονοειδής
Μειωμένη μεταβλητότητα μπορεί να συμβεί στις παρακάτω καταστάσεις:
5. Επιταχύνσεις
Είναι οι απότομες αυξήσεις της βασικής γραμμής της εμβρυικής καρδιακής συχνότητας, μεγαλύτερες από 15 bpm με διάρκεια μεγαλύτερη από 15 δευτερόλεπτα.
Η ύπαρξη επιταχύνσεων, ειδικά όταν συνδυάζεται με μητρικές συστολές είναι ενδεικτικό υγιούς εμβρύου, ενώ η απουσία τους σε ένα κατά τα άλλα φυσιολογικό NST είναι αβέβαιης σημασίας.
6. Επιβραδύνσεις
Είναι απότομες μειώσεις της βασικής καρδιακής συχνότητας του εμβρύου, μεγαλύτερες από 15 bpm για διάστημα μεγαλύτερο από 15 δευτερόλεπτα.
Ουσιαστικά, η επιβράδυνση στον εμβρυικό καρδιακό παλμό είναι η απάντηση του εμβρύου στην υποξία, ώστε να διατηρήσει την οξυγόνωση του μυοκαρδίου.
Υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί τύποι επιβραδύνσεων:
Ημιτονοειδές γράφημα
Αυτός ο τύπος γραφήματος είναι σπάνιος και συνδέεται με πολύ υψηλά ποσοστά νοσηρότητας και θνητότητας.
Συνήθως είναι ενδεικτικό ενός από τα παρακάτω:
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΡΔΙΟΤΟΚΟΓΡΑΦΗΜΑΤΟΣ
Αφού μελετηθούν όλες οι παράμετροι του καρδιοτοκογραφήματος, ακολουθεί η τελική αξιολόγησή του που περιγράφεται ως
ΤΟ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ NST ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ
Βασική καρδιακή συχνότητα 110-160 bpm
Μεταβλητότητα 5-25 bpm
Επιβράδυνση καμμία ή πρώιμες
Μεταβλητές για λιγότερο από 90 λεπτά και χωρίς ανησυχητικά χαρακτηριστικά.
Το ύποπτο NST
Βασική γραμμή 100-109 bpm
161-180 bpm
Μεταβλητότητα μικρότερη του 5bpm για 30-50 λεπτά,
μεγαλύτερη από 25 bpm για 15-25 λεπτά.
Επιβραδύνσεις
Όψιμες σε περισσότερο από τις μισές συστολές της μήτρας για λιγότερο από 30’ (χωρίς μητρικό ή εμβρυικό έτερο κίνδυνο).
Μεταβλητές με κάποιο ανησυχητικό χαρακτηριστικό* σε λιγότερες από τις μυικές συστολές για περισσότερα από 30’.
Μεταβλητές με κάποιο ανησυχητικό χαρακτηριστικό* περισσότερο από μισό λιγότερο από 30’
Μεταβλητές χωρίς ανησυχητικό χαρακτηριστικό* για περισσότερο από 90’
ΤΟ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΟ NST
Βασική γραμμή κάτω από 100 bpm ή πάνω από 180 bpm.
Μεταβλητότητα
Επιβραδύνσεις:
Όψιμες επιβραδύνσεις για 30 λεπτά
Οξεία βραδυκαρδία ή παρατεταμένη επιβράδυνση που διαρκεί 3 ή περισσότερα λεπτά
Μεταβλητές επιβραδύνσεις με ανησυχητικά χαρακτηριστικά* σε 50% τουλάχιστον των συσπάσεων.
*Ανησυχητικά χαρακτηριστικά όψιμων επιβραδύνσεων
Βιβλιογραφία: